Ροή Ειδήσεων

Με την Εμινέ γειτόνισσα κάνε κι αλλοιώς κυρά Μενδώνη! Το ΥΠ.ΠΟ ανακαίνισε συνοικιακό τέμενος στην Χίο, γνωστό και ως Μπαϊρακλί τζαμί

Μαθήματα σεβασμού στην ιστορία και στην ανάδειξή της παρέδωσε η Εφορεία Αρχαιοτήτων της Χίου, αποδίδοντας στην τοπική κοινωνία του νησιού και τους επισκέπτες του ανακαινισμένο, ένα εμβληματικό οθωμανικό μνημείο της πόλης, το τέμενος Χαμηδιέ, γνωστό και ως Μπαϊρακλί τζαμί.


Πρόκειται για ένα μικρό συνοικιακό τζαμί, από αυτά που ονομάζονται μετζίτ, συνοικιακοί δηλαδή χώροι προσευχής, χτισμένο σύμφωνα με την επιγραφή στην είσοδο του το 1892 με χορηγία του Σουλτάνου Αβδούλ Χαμήτ του Β’, γνωστού και ως «κόκκινου σουλτάνου». Αφού επί εποχής του πραγματοποιήθηκε η γενοκτονία των Αρμενίων.


Σε αυτόν λοιπόν το λατρευτικό μουσουλμανικό χώρο που συνδέεται με τη γενοκτονία των Αρμενίων στεγάστηκε μετά τη Συνθήκη της Λωζάννης και την αποχώρηση του μουσουλμανικού τουρκικού στοιχείου από τη Χίο μια αριθμητικά μεγάλη φαμίλια Αρμενίων προσφύγων στο νησί. Η οικογένεια Κιοσκεριάν.

Και είναι ιδιαίτερα συγκινητική η ανάγνωση της ιστορίας ανθρώπων στα ντουβάρια ενός κτηρίου, όταν αυτό μετατρέπεται σε ένα μνημείο παλίμψηστο της ιστορίας μιας ολόκληρης πόλης. Γιατί όπως λέει η Όλγα Βάση, αρχαιολόγος προϊσταμένη της Εφορείας Αρχαιοτήτων Χίου στο ΑΠΕ ΜΠΕ, με αφορμή την ανακαίνιση του Χαμηδιέ τζαμί «κατά την ανασκαφή που προηγήθηκε της αναστήλωσης διαβάστηκε η ιστορία του χώρου, η ιστορία της γειτονιάς του φρουρίου».

Το Χαμηδιέ τζαμί βρίσκεται μέσα στο φρούριο της Χίου, χώρος που ταυτίζεται με την αρχαία πόλη της Χίου και όλες τις μεταγενέστερες περιόδους της. Μεγάλα τμήματά του είναι χτισμένα από αρχαία αρχιτεκτονικά μέλη, ενώ το τμήμα που βλέπει νοτιοανατολικά, προς τη Μέκκα δηλαδή, πατά πάνω σε ένα οικοδομικό κατάλοιπο από το οποίο στο παρελθόν αποτοιχίστηκε αρχαία επιγραφή και που πιστεύονταν ότι ήταν το υπόλοιπο μιας αψίδας γενοβέζικης καθολικής εκκλησίας που βιβλιογραφικά δεδομένα τοποθετούσαν στο σημείο αυτό. Η υπόθεση αυτή όμως δεν επιβεβαιώθηκε, όπως δεν επιβεβαιώθηκε και η ύπαρξη ενός «μύθου» της οικονομικής ιστορίας της Γαλλίας, του ζάμπλουτου Ζακ Κερ, ο οποίος δάνειζε χρήματα ακόμα και στον Γάλλο βασιλιά και ο οποίος πέθανε στη Χίο τραυματισμένος σε ένα ταξίδι του από τη Γένοβα στη Χίο. Ο Ζακ Κερ πέθανε λοιπόν και ετάφη στη γενοβέζικη καθολική εκκλησία που εικάζονταν ότι βρισκόταν κάτω από το Χαμηδιέ τζαμί. Κατά την ανασκαφή βρέθηκε ένας τάφος αλλά δεν ήταν ο τάφος του Γάλλου μεγιστάνα αλλά ένας απλός τάφος και τίποτα άλλο.

Ιδιαίτερης αξίας του «διαβάσματος» του μνημείου, τα αρχικά Σ.Κ και Γ.Ζ σκαλισμένα σε μια πέτρα στο δάπεδο του εξωνάρθηκα του ναού που ανήκουν στο Σταύρο Κιοσκεριάν της προσφυγικής φαμίλιας που διέμενε στο τζαμί και στον φίλο του Γιώργο Ζυμαράκη, μετέπειτα γνωστό ζωγράφο. Μαζί και η καταγεγραμμένη μαρτυρία της προσφύγισσας Νουρίτσας Κιοσκεριάν που μιλά για την κατοίκηση τόσο του τζαμιού όσο και της περιοχής από τους πρόσφυγες της Μικρασίας και την οικογένεια της που έφτιαχνε παστουρμάδες, τους οποίους κρεμούσε να στεγνώσουν στα κάγκελα του εξωνάρθηκα.

Το τζαμί σε εφαρμογή της Συνθήκης της Λωζάνης πουλήθηκε από το Ταμείο ανταλλάξιμης περιουσίας που διαχειριζόταν η Εθνική Τράπεζα σε οικογένεια προσφύγων. Κάποια στιγμή λόγω χρεών απογόνου της οικογένειας, πέρασε στην Ιονική Τράπεζα η οποία συγχωνεύτηκε με την Τράπεζα Πίστεως και η οποία με τη σειρά της μετατράπηκε σε ALPHA BANK. Το 2010 – 2011 η Τράπεζα δεδομένου ότι το τζαμί είχε κηρυχθεί διατηρητέο μνημείο, το δώρισε στο υπουργείο Πολιτισμού η υπηρεσία του οποίου στη Χίο εκπόνησε τη σχετική μελέτη αναστήλωσης. Η τελευταία χρηματοδοτήθηκε το 2018 και άρχισε η υλοποίηση του έργου που ολοκληρώθηκε με καθυστερήσεις λόγω των μέτρων για την καταπολέμηση της πανδημίας του κορονοιού.

Το Χαμηδιέ τζαμί δεν είχε μιναρέ όπως και όλοι οι λατρευτικοί χώροι της κατηγορίας των μετζίτ, αλλά εξώστη. Κατά τις εργασίες ανακαίνισης ανακατασκευάστηκαν μεγάλα τμήματα του εσωτερικού διακόσμου, συντηρήθηκε συστηματικά ο εξώστης, ενώ ιδιαίτερη σημασία έχει η επιγραφή με απόσπασμα από το Κοράνι πάνω από την κόγχη του τζαμιού που «βλέπει» προς τη Μέκκα και η οποία αναφέρεται στην Παναγία και τις επισκέψεις σε αυτήν του Αρχιερέα Ζαχαρία στον Ναό του Σολομώντα. Εκεί σύμφωνα με τις χριστιανικές γραφές, ο Αρχιερέας εύρισκε τρόφιμα που της έφερνε στο κελί της άγγελος Κυρίου και σύμφωνα με το Κοράνι τις έστελνε ο Θεός.

Το έργο με τίτλο «Επανάχρηση τεμένους Χαμηδιέ στο Κάστρο της Χίου» εντάχθηκε στο Αναπτυξιακό Πρόγραμμα Ειδικού Σκοπού για το Βόρειο Αιγαίο 2017-2020 του υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης και υλοποιήθηκε απολογιστικά και με αυτεπιστασία από την Εφορεία Αρχαιοτήτων Χίου, με προϋπολογισμό 400.000 ευρώ. 

Το τέμενος έχει χαρακτηριστεί ως διατηρητέο μνημείο (ΦΕΚ 386/Β/15-4-1999) και σύμφωνα με τον αρχικό σχεδιασμό, θα χρησιμοποιείται πλέον ως χώρος πολιτισμού και στέγης πολιτιστικών δράσεων.

Ήδη, από τις αρχές της εβδομάδας, στο μνημείο η Εφορεία Αρχαιοτήτων Χίου σε συνεργασία με τον Καλλιτεχνικό Οργανισμό ΔΗΩ, διοργανώνει την έκθεση «Το Παρελθόν Είναι μια Ξένη Χώρα» με προσκεκλημένους 12 καλλιτέχνες από Ελλάδα, Τουρκία, Λίβανο, Ιράν και Κύπρο. Οι καλλιτέχνες μέσα από τα έργα τους, αναστοχάζονται πάνω στις παλίμψηστες ιστορίες του νησιού και εξετάζουν τους διασυνοριακούς πολιτισμούς, τα συλλογικά τραύματα και τις μορφές της ίασης.

Η έκθεση θα διαρκέσει μέχρι τα τέλη Αυγούστου, και θα λειτουργεί παράλληλα σε δύο χώρους, στο Χαμηδιέ τζαμί και στα Οθωμανικά Λουτρά (που επίσης βρίσκονται μέσα στο Κάστρο της Χίου). 

Η έκθεση θα πλαισιωθεί και με ένα εκτενές δημόσιο πρόγραμμα με προβολές, ομιλίες, παραστάσεις, ξεναγήσεις και εκπαιδευτικές δραστηριότητες καθ’ όλη τη διάρκειά της.

Υπενθυμίζεται πως η φιλοκυβερνητική εφημερίδα «Γενί Σαφάκ» (13/3/2023) σε εκτενές δημοσίευμά της είχε φιλοξενήσει καταγγελίες περί φερόμενης ως «βανδαλιστικής» συμπεριφοράς των ελληνικών αρχών έναντι μουσουλμανικών μνημείων στην Ελλάδα και συγκεκριμένα (εν προκειμένω) στη Χίο.

«Η χρήση από την Ελλάδα των τζαμιών της Οθωμανικής εποχής για διαφορετικούς σκοπούς, όπως επίσης και το κλείσιμο από τις ελληνικές αρχές των τεμένων για λατρεία αξιολογείται ως παραβίαση της αρχής της αμοιβαιότητας όσον αφορά τα θρησκευτικά κτίρια. 

Ο Σαμπρί Τζαν Σανάβ (Sabri Can Sannav, PhD) επίκουρος καθηγητής στο Τμήμα Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Θράκης και ο Νεβάκ Κονούκ (Neval Konuk, PhD) επίκουρος καθηγητής στη Σχολή Αρχιτεκτονικής και Σχεδιασμού στο Πανεπιστήμιο του Μαρμαρά, προέβησαν σε αξιολογήσεις σχετικά με το ότι η Ελλάδα κρατά τα οθωμανικά μνημεία στη Χίο κλειστά για λατρεία και αναφέρονταν στην τότε τρέχουσα κατάσταση αυτών των μνημείων.

Ο Σαμπρί Τζαν Σανάβ δηλώνει ότι το τζαμί Μετζιντιέ στη Χίο μετατράπηκε σε βυζαντινό μουσείο το 1912, όταν το νησί πέρασε στον έλεγχο της Ελλάδας, και έλεγε: ‘Το τζαμί Μετζιντιέ, για το οποίο έγιναν προσπάθειες να αναστηλωθεί σε διάφορες περιόδους, υπέστη μια ριζική αλλαγή και έχασε σε μεγάλο βαθμό τον ιστορικό του χαρακτήρα. Σήμερα, στο τζαμί αυτό, που είναι κλειστό για λατρεία, εκτίθενται τεχνουργήματα της Χριστιανικής Περιόδου, εβραϊκές και μουσουλμανικές ταφόπλακες».

Ο Σανάβ υπογράμμιζε ότι η Ελλάδα δεν ακολουθεί πολιτική σύμφωνη με την αρχή της αμοιβαιότητας όσον αφορά στα οθωμανικά αντικείμενα και τους τόπους λατρείας.

Ο Νεβάλ Κονούκ εφιστά επίσης την προσοχή στο γεγονός ότι τα οθωμανικά στοιχεία που κατάφεραν να επιβιώσουν στη Χίο χρησιμοποιούνται για αλλότριους σκοπούς λέγοντας: 

«Έχουμε 4 Selatin τζαμιά (σ.σ. της Οθωμανικής Περιόδου) που σώζονται στο νησί. Ένα από αυτά τα τζαμιά, το Μπαϊρακλί τζαμί, χρησιμοποιείτο ως αποθήκη όπου επισκευάζονται λευκά είδη! Το Τζαμί Μετζιντιέ μετατράπηκε σε μουσείο μετά την κατοχή και χρησιμοποιείται ως μουσείο μέχρι σήμερα. Τα τεμένη Οσμάνιγε και Ορχάνιγε χρησιμοποιούνται ως αποθήκες ανασκαφικών υλικών που προέρχονται από αρχαιολογικούς χώρους».

Επισημαίνοντας ότι η Ελλάδα ακολουθεί μια πολιτική παραμέλησης των οθωμανικών τουρκικών τεχνουργημάτων εντός των συνόρων της, ο Κονούκ τόνιζε: 

«Τα αρχιτεκτονικά έργα που κατασκευάστηκαν κατά την οθωμανική περίοδο στην Ελλάδα δεν είναι εγγεγραμμένα ως οθωμανικά ή τουρκικά έργα. Είναι καταχωρημένα ως μουσουλμανικά. Ποιος είναι όμως αυτός ο Μουσουλμάνος; Είναι Ινδός, Πακιστανός, Ινδονήσιος ή Άραβας; Αναμφίβολα είναι τουρκικά αυτά τα μνημεία, είναι τουρκικά έργα. Στην Ελλάδα κυριαρχεί η πολιτική της παραμέλησής τους ως τέτοιων».

Ο Κονούκ ανέφερε ακόμη ότι υπάρχουν 8500 οθωμανικά αντικείμενα καταγεγραμμένα στα ελληνικά αρχεία, αν και οθωμανικά αντικείμενα που χρονολογούνται στην περίοδο μετά την ελληνική εξέγερση του 1821 αγνοούνται.

Εκτιμώντας ότι υπάρχουν περίπου 20.000 οθωμανικά ευρήματα στην Ελλάδα σήμερα, παρά τον πόλεμο, τη σκόπιμη καταστροφή, την κατεδάφιση και αλλότρια ανοικοδόμηση, ο Κονούκ έλεγε: 

«Καθ’ όσον η Ελλάδα και η Βουλγαρία είναι περιοχές της πρώιμης κατάκτησης, υπάρχουν πολλά τεχνουργήματα εκεί που ανήκουν στην Πρώιμη Οθωμανική περίοδο, όπως και στην Κλασική Οθωμανική περίοδο και στην περίοδο του εκδυτικισμού και του εκσυγχρονισμού, που ονομάζουμε Ύστερη περίοδο. Σήμερα, υπάρχουν έργα με πολύ διαφορετικές τεχνοτροπίες που δεν βρίσκονται εντός των ορίων της Ανατολίας».

Ο Κονούκ δήλωνε επίσης ότι ως αποτέλεσμα των συστηματικών πολιτικών παραμέλησης, τα οθωμανικά μνημεία αποχαρακτηρίστηκαν σκόπιμα με αναστηλώσεις που δεν ήταν σύμφωνες με τη φύση τους εξηγώντας ότι αυτά τα μνημεία καταστράφηκαν, καθώς τα έκαναν να μοιάζουν με βυζαντινά μνημεία μέσω παρεμβάσεων στην αρχιτεκτονική τους.

Σημειώνοντας τέλος ότι υπάρχει μόνο ένα οθωμανικό νεκροταφείο, που ονομάζεται Νεκροταφείο Καρααλί, στο νησί της Χίου, παρά την οθωμανική κυριαρχία από το 1566 έως το 1912, ο Κονούκ πρόσθετε: «Μουσουλμανικές επιτύμβιες στήλες που ανήκουν στην Οθωμανική περίοδο, συλλεγμένες από άλλα μέρη, εκτίθενται εδώ σαν σε ένα υπαίθριο μουσείο, τοποθετημένες τυχαία, σε διαφορετικές κατευθύνσεις, αγνοώντας την khatt-i-Qibla (σ.σ. ιερή κατεύθυνση προς τη Μέκκα)».

Ο Κονούκ δήλωνε τέλος ότι αρχιτεκτονικά έργα στην Ελλάδα, ειδικά σε πλατείες και κεντρικά σημεία, έχουν χάσει την ταυτότητά τους ή έχουν επιβληθεί σκόπιμες αλλαγές στο αρχιτεκτονικό τους στυλ, και καταλήγει ως εξής: «Μιναρέδες ή επιγραφές αφαιρούνται από τα Τζαμιά. Όταν κοιτάμε δημόσια κτίρια, βλέπουμε ότι οι επιγραφές έχουν καταστραφεί, οι σοβάδες σε άλλα κτίρια έχουν ξυστεί και τα μολύβδινα επάνω καλύμματα έχουν αλλάξει εντελώς. Τα κτίρια έχουν μεταποιηθεί έτσι ώστε να θυμίζουν βυζαντινή αρχιτεκτονική με πλήρη απώλεια της ταυτότητας και του στυλ τους».

Κατά τους τελευταίους μήνες του 2022 οι σχετικές αναφορές των τουρκικών ΜΜΕ υπήρξαν πυκνές: Ενδεικτικά, και πάλι η Γενί Σαφάκ είχε προβεί σε αναλυτική παρουσίαση καταγγελίας για ακίνητα μουσουλμανικών ιδρυμάτων στη Ρόδο, ενώ ακολούθησε ευρεία προβολή καταγγελίας του εκπροσώπου του AKP Ομέρ Τσελίκ περί «ελληνικής ασέβειας» σε οθωμανικά μνημεία.