Κύπρος: Πέθανε ο Αρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος Β'
Σε ηλικία 81 ετών έφυγε απεβίωσε ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου Χρυσόστομος Β' μετά από μάχη που έδινε με τον καρκίνο.
Ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου εκοιμήθη στις 06.45 το πρωί της Δευτέρας (07/11) στο διαμέρισμά του στην Αρχιεπισκοπή, όπου νοσηλευόταν τις τελευταίες εβδομάδες.
Με το θάνατο του Αρχιεπισκόπου τοποτηρητής του θρόνου αναλαμβάνει ο Μητροπολίτης Πάφου Γεώργιος, μέχρι την εκλογή και την ενθρόνιση νέου Αρχιεπισκόπου.
Σύμφωνα με το Philenews.com, ο Αρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος Β’ (κατά κόσμον Ηρόδοτος Δημητρίου) γεννήθηκε στις 10 Απριλίου του 1941 στο χωριό Τάλα της επαρχίας Πάφου. Αμέσως μετά τη φοίτησή του στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση, εισήχθη ως δόκιμος μοναχός στην Ιερά Μονή Αγίου Νεοφύτου, ενώ στη συνέχεια φοίτησε στο Γυμνάσιο Πάφου, από όπου και αποφοίτησε το 1963. Το Νοέμβριο του ίδιου έτους χειροτονήθηκε διάκονος.
Το 1968, ο Χρυσόστομος Β’ μεταβαίνει για σπουδές στην Αθήνα και φοιτά στη Θεολογική Σχολή, απ’ όπου αποφοίτησε το 1972.Τον Οκτώβριου του ίδιου έτους, εκλέγεται ομόφωνα ηγούμενος της Μονής του Αγίου Νεοφύτου. Ακολούθως, χειροτονήθηκε πρεσβύτερος και εγκαθιδρύθηκε ως ηγούμενος στις 12 Νοεμβρίου από τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο Γ’. Τον Φεβρουάριο του 1978 εξελέγη δια βοής, Μητροπολίτης Πάφου.
Η άνοδος στον Αρχιεπισκοπικό Θρόνο
Έπειτα από τη μακροχρόνια και μη αναστρέψιμη ασθένεια του Αρχιεπισκόπου Χρυσοστόμου Α’ συνήλθε Διευρυμένη Σύνοδος υπό τον Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο στην Ελβετία το Μαϊο του 2006, η οποία κήρυξε τον αρχιεπισκοπικό θρόνο της Κύπρου σε χηρεία. Έτσι ξεκίνησαν οι διαδικασίες εκλογής του νέου Αρχιεπισκόπου, οι οποίες ολοκληρώθηκαν στις 5 Νοεμβρίου του ίδιου έτους με την εκλογή του Χρυσοστόμου Β’. Η ενθρόνισή του έγινε στις 12 Νοεμβρίου και όπως αναφέρθηκε τότε από τα ΜΜΕ, ήταν ο μοναδικός αρχιεπίσκοπος Κύπρου, που τέλεσε την κηδεία αρχιεπισκόπου Κύπρου
Οι διαδικασίες της Αρχιεπισκοπικής Εκλογής
Στις εκλογές για ανάδειξη αρχιεπισκόπου, έλαβε στη λαϊκή ψήφο (δηλαδή οι άρρενες χριστιανοί ορθόδοξοι της Κύπρου) λίγο περισσότερο από 8%. Ανθυποψήφιοί του ήταν τότε ο Κύκκου Νικηφόρος και ο Μητροπολίτης Λεμεσού Αθανάσιος.
Τον Νοέμβριο του 2006, στην ψήφο των εκπροσώπων των πιστών, ο Νικηφόρος πήρε 46 ψήφους, ο Αθανάσιος 45 και ο Χρυσόστομος έλαβε 9. Στην κάλπη των ex officio εκπροσώπων, ο Κύκκου πήρε 11 ψήφους, ο Λεμεσού 7 και ο Χρυσόστομος 12. Στην κάλπη των γενικών αντιπροσώπων ο Λεμεσού πήρε 48 ψήφους και προκρίθηκε στην τελική φάση της ψηφοφορίας, ο Κύκκου 46 και ο Χρυσόστομος 6, τρεις δηλαδή λιγότερες από τον πρώτο γύρο. Στην κάλπη των ex officio, η οποία θα αναδείκνυε τον δεύτερο υποψήφιο αρχιεπίσκοπο, ο Μητροπολίτης Λεμεσού ενίσχυσε τον Μητροπολίτη Πάφου Χρυσόστομο. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, τελικοί υποψήφιοι αναδείχθηκαν οι Μητροπολίτες Πάφου και Λεμεσού και ο Επίσκοπος Κύκκου έμεινε εκτός εκλογικής διαδικασίας. Μετά ο Πάφου και ο Νικηφόρος ήλθαν σε συμφωνία και οι αντιπρόσωποι του Νικηφόρου ψήφισαν τον Χρυσόστομο για αρχιεπίσκοπο.
Το αρχιεπισκοπικό έργο
Με την ανάληψη των καθηκόντων του, ο Αρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος, έθεσε ως βασικό στόχο την καλύτερη λειτουργία της Εκκλησίας της Κύπρου. Αξίζει να σημειωθεί ότι κατά τη διάρκεια της θητείας του, εκσυγχρονίστηκε ο Καταστατικός Χάρτης της Εκκλησίας της Κύπρου, ενώ ιδρύθηκε και η Θεολογική Σχολή της Εκκλησίας της Κύπρου.
Η αλλαγή του Καταστατικού Χάρτη της Εκκλησίας της Κύπρου
Ο Χρυσόστομος Β' προώθησε την αλλαγή του απαρχαιωμένου προηγούμενου καταστατικού χάρτη της Εκκλησίας, ο οποίος ήταν σε ισχύ από το 1914 και έκτοτε αναθεωρήθηκε δύο φορές. Ο νέος καταστατικός χάρτης άλλαζε κυρίως το εκλογικό σύστημα, αναβαθμίζοντας την ισχύ των πιστών. Όμως δεν περιορίστηκαν οι αλλαγές στην εκλογική διαδικασία, αλλά άλλαξαν τα σύνορα των μητροπόλεων (ευνοήθηκε η κατεχόμενη μητρόπολη της Κηρύνειας), δημιούργησε πενταμελές συνοδικό δικαστήριο, όπου ο κατηγορούμενος μπορούσε να εκπροσωπηθεί από δικηγόρο και, τέλος, άλλαξε τις διαδικασίες για έκδοση εκκλησιαστικού διαζυγίου.
Ακόμη, προώθησε διεύρυνση της Ιεράς Συνόδου με την ανασύσταση μετά από 800 χρόνια παλαιών επισκοπών (Κωνσταντίας, Ταμασού, Τριμυθούντος, Καρπασίας, Λήδρας, Χύτρων, Αμαθούντος, Νεαπόλεως) που είχαν καταργηθεί κατά τη διάρκεια της Φραγκοκρατίας από τους Λατίνους το 1222. Έτσι η Εκκλησία της Κύπρου, ως Αυτοκέφαλος, πέτυχε να έχει πλήρη Σύνοδο (με τουλάχιστον 13 μέλη) το οποίο σημαίνει ότι πλέον μπορεί να συγκαλέσει Μείζονα και Υπερτελή Σύνοδο χωρίς να χρειάζεται η συμμετοχή άλλων Επισκόπων από άλλες Εκκλησίες.
Επίσης, πρότεινε και πέτυχε κατόπιν διαβουλεύσεων με την κυπριακή κυβέρνηση και το υπουργείο Οικονομικών την δημιουργία Ενιαίου Φορέα Μισθοδοσίας Εφημεριακού Κλήρου.Με αυτό τον τρόπο πέτυχε την ανεξάρτητη μισθοδοσία του κλήρου και εξασφάλισε την αξιοπρεπή διαβίωση γηραιών και επαρχιακών κληρικών χωρίς να επιβαρύνεται το κράτος.
Η ίδρυση της Θεολογικής Σχολής της Εκκλησίας της Κύπρου
Ο Αρχιεπίσκοπος κατάφερε την ίδρυση της Θεολογικής Σχολής της Εκκλησίας της Κύπρου, ένα σχέδιο το οποίο είχε οραματιστεί ο προκάτοχός του Αρχιεπίσκοπος Κύπρου Μακάριος Γ΄ αλλά δεν κατάφερε να υλοποιήσει λόγω της τουρκικής εισβολής στην Κύπρο το 1974. Η σχολή ιδρύθηκε ως Ιδιωτική Σχολή Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης αλλά βάσει του κανονισμού της, ιδρύθηκε και λειτουργεί ως μη κερδοσκοπικός φιλανθρωπικός εκπαιδευτικός οργανισμός.
Εν ζωή τιμές
Ο Αρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος Β΄ τιμήθηκε, μεταξύ άλλων, με μετάλλιο και ως επίτιμος δημότης Κέρκυρας το 2016, με την ευκαιρία του εορτασμού των 300 ετών από τη λύση της πολιορκίας της Κέρκυρας από τους Τούρκους το 1716. Ο Χρυσόστομος Β΄ τιμήθηκε επίσης ως επίτιμος δημότης Ηλείας, για τους αγώνες του για την Κύπρο, την Εκκλησία και τον Ελληνισμό σε ειδική τελετή, στο Δημοτικό Μέγαρο του Πύργου από το δήμαρχο Γαβριήλ Λιάτση. Ο δήμαρχος ανέφερε τη μεγάλη προσφορά του αρχιεπισκόπου και της Εκκλησίας προς την Ηλεία μετά τις πυρκαγιές του 2007, και ειδικότερα στις καμένες εκκλησίες που αποκαταστάθηκαν, στον βρεφονηπιακό σταθμό που οικοδομήθηκε εκ βάθρων, καθώς και σε ιστορικά γεγονότα που συνδέουν τον Πύργο με τον κυπριακό αγώνα για την ανεξαρτησία.
Ακόμη, ο Χρυσόστομος Β’ το 2017 επισκέφθηκε επίσημα τη Ρωσία. Τέλεσε κοινή λειτουργία με τον πατριάρχη Κύριλλο της Ρωσίας που του απένειμε τον Μεγαλόσταυρο του Αγίου Βλαδίμηρου, ο οποίος αποτελεί την ανώτατη τιμητική διάκριση του Πατριαρχείου Μόσχας.