Αγιογδύτης ο πρώην ηγούμενος: Ήθελε να πουλήσει και τις τοιχογραφίες της μονής του Μεγάλου Σπηλαίου. Μήπως Λίνα Μενδώνη αφαιρέθηκαν σπαράγματα τοιχογραφιών κατά την συντήρηση; Επιβάλλεται έλεγχος στο φωτογραφικό αρχείο της αποκατάστασης
Οι αποκαλύψεις για το «ιερό κύκλωμα» στα Καλάβρυτα συνεχίζονται, φέρνοντας στο φως σοκαριστικές λεπτομέρειες για απόπειρες εμπορίας θρησκευτικών κειμηλίων.
Σήμερα, οι έξι συλληφθέντες βρέθηκαν ενώπιον του ανακριτή, απολογούμενοι για κατηγορίες διεύθυνσης και ένταξης σε εγκληματική οργάνωση, αρνούμενοι ωστόσο τις πράξεις που τους αποδίδονται.
Σύμφωνα με δημοσιογραφικές πληροφορίες «υπήρχε η πρόθεση, σε καταγραφές από τους μυστικούς αστυνομικούς, πως ο ηγούμενος ήθελε να πουλήσει τοιχογραφίες της ιεράς μονής. Είναι τοιχογραφίες έκτασης 433 τετραγωνικών μέτρων που για την αναπαλαίωση, τη συντήρηση, την επισκευή τους είχαν δοθεί 250.000 ευρώ. Είχε ολοκληρωθεί το σχετικό έργο το 2023 και ήθελαν να πουλήσουν ένα τμήμα αυτών των τοιχογραφιών σε αγνώστους. Σχετικά, θα έδιναν την εικόνα της κατάρρευσης, ενώ στην πράξη ήταν αφαίρεση των τοιχογραφιών και πώλησή τους».
Παράλληλα, η ΕΛ.ΑΣ. ολοκλήρωσε έρευνες στο οικόπεδο κοντά στην Ιερά Μονή Μεγάλου Σπηλαίου, προκειμένου να εντοπιστεί πιθανό άγαλμα της θεάς Αρτέμιδος, χωρίς όμως αποτέλεσμα. Οι έρευνες συνεχίζονται.
Υπενθυμίζεται πως η Εφορεία Αρχαιοτήτων Αχαΐας και η Ιερά Μητρόπολις Καλαβρύτων & Αιγιαλείας διοργάνωσαν τα Θυρανοίξια του Καθολικού της βυζαντινής Μονής Μεγάλου Σπηλαίου, την Κυριακή 3 Μαρτίου 2024 παρουσία της Λίνας Μενδώνη, Υπουργού Πολιτισμού.
Η Ιερά ακολουθία τελέσθηκε υπό του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Καλαβρύτων & Αιγιαλείας κ. κ. Ιερωνύμου από ώρα 7.00 έως 10.00.
Στη συνέχεια έγινε η παρουσίαση του αρχαιολογικού έργου «Συντήρηση τοιχογραφιών του Καθολικού της Ιεράς Μονής Μεγάλου Σπηλαίου Αχαΐας» που υλοποιήθηκε στο πλαίσιο του ΕΣΠΑ “Δυτική Ελλάδα 2014 - 2020”. Σημειωτέο το έργο ξεκίνησε στις 14 Ιουνίου του 2021 και ολοκληρώθηκε στις 29 Δεκεμβρίου 2023.
Η κυρία υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη θα επιβάλλει να γίνει έλεγχος στο φωτογραφικό αρχείο όπου το ''πρίν - κατά τη διάρκεια - και το μετά'' της αποκατάστασης;
Με τα σημερινά δεδομένα ποιος αποκλείει ότι δεν αφαιρέθηκαν τότε σπαράγματα τοιχογραφιών κατά την συντήρηση εκείνη;
Τί λέει η προϊσταμένη της Εφορείας Αρχαιοτήτων Αχαΐας, που υλοποίησε το έργο, κυρία Αννίτα Κουμούση;
Σχετικά με την αποκατάσταση των Τοιχογραφιών: Ήρθαν στην… επιφάνεια αρχαιολογικά τεκμήρια του βυζαντινού παρελθόντος!
Όπως προέκυψε από νέα αρχαιολογικά στοιχεία, αποδεικνύεται ότι το Καθολικό υπήρχε ήδη κατά τη Μεσοβυζαντινή περίοδο, πιθανότατα από τον 11ο αιώνα.
Επί πλέον κατά τις εργασίες τεκμηριώθηκε, ότι το Καθολικό των βυζαντινών χρόνων έφερε ζωγραφικό διάκοσμο, τον οποίο είχε αντιγράψει τον 17ο αιώνα ο σημαντικός ζωγράφος -ιερέας Μανουήλ Ανδρώνης από το Ναύπλιο. Ενώ η αποκάλυψη μορφών αγίων στον νάρθηκα με τα χαρακτηριστικά ανάγλυφα φωτοστέφανα επιβεβαιώνουν, ότι και αυτές οι τοιχογραφίες είναι έργα του ίδιου ζωγράφου.
Ο διάκοσμος
Αφιερωμένο στην Κοίμηση της Θεοτόκου είναι το Καθολικό, ένας σπηλαιώδης ναός στην ουσία, σταυροειδής εγγεγραμμένος με δύο νάρθηκες. Η συντήρηση του τοιχογραφικού διάκοσμου του ναού έγινε εξάλλου, σε συνολική έκταση 433 τ.μ. κάτω όμως, από ιδιαίτερες συνθήκες, υπαγορευμένες από την θέση στην οποία βρίσκεται το μνημείο.
Συγκεκριμένα, λόγω του βραχώδους υποστρώματος των τοιχογραφιών, οι στερεώσεις δεν ήταν δυνατόν να πραγματοποιούνται κατά τη διάρκεια του χειμώνα εξ αιτίας της υγρασίας. Αλλά και στον υπόλοιπο χρόνο, οι ίδιες συνθήκες υγρασίας και θερμοκρασίας επέβαλαν ορισμένα διαστήματα δράσης, όταν οι διακυμάνσεις ήταν όσο το δυνατόν λιγότερες, ώστε να επιτυγχάνεται η καλύτερη πρόσφυση των υλικών. Σε κάθε περίπτωση πάντως, εφαρμόστηκαν μη καταστρεπτικές διαγνωστικές μέθοδοι.
Η ίδρυση της Μονής ανάγεται σύμφωνα με την παράδοση στους χρόνους μετά το τέλος της Εικονομαχίας με αρχικό πυρήνα το μεγάλο σπήλαιο μέσα στο οποίο αναπτύσσεται το Καθολικό. Η συγκρότηση όμως, οργανωμένου μοναστηριού θεωρείται, ότι πραγματοποιήθηκε τον 13ο αιώνα.
Ο ιερέας-ζωγράφος
Το σημερινό Καθολικό χρονολογείται ωστόσο, στην περίοδο αμέσως μετά τον καταστροφικό εμπρησμό από τους Οθωμανούς την 4η Σεπτεμβρίου του 1640. Αν και προϋπήρξαν δύο ακόμη καταστροφικές πυρκαγιές το 840 και το 1400 ενώ ακολούθησε στον 20ό αιώνα μία ακόμη.
Η τοιχογράφηση του Καθολικού από τον Μανουήλ Ανδρώνη έγινε το 1653, η γραπτή μάλιστα επιγραφή, που δίνει τα στοιχεία, δημοσιευμένη από τον αρχαιολόγο – βυζαντινολόγο Γεώργιο Σωτηρίου, το 1918 εντοπίσθηκε στον νάρθηκα κατά τις εργασίες συντήρησης. Όπως επισημαίνει έτσι, η κυρία Κουμούση είναι πολύτιμη, καθώς αναπληρώνει τα τμήματα, που έχουν καταστραφεί έκτοτε.
Όσο για τον Μανουήλ Ανδρώνη υπήρξε ένας ικανός και επιδέξιος ζωγράφος τοιχογραφιών και εικόνων, πιστός στην βυζαντινή παράδοση. Χρησιμοποιούσε ανθίβολα και αντλούσε τα πρότυπά του επιλεκτικά τόσο από την Κρητική ζωγραφική όσο και τη σχολή της Βορειοδυτικής Ελλάδας ενώ ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της τέχνης του ήταν η απόδοση των φωτοστέφανων με ανάγλυφο διάκοσμο από εννέα ρόδακες. Σώζεται μάλιστα, ένα ακόμη υπογεγραμμένο έργο του, ο νάρθηκας του ναού Αγίου Δημητρίου στα Χρύσαφα Λακωνίας (1641).
Οι απώλειες
Το αξιόλογο ζωγραφικό σύνολο του Καθολικού του Μεγάλου Σπηλαίου εντάσσεται στην ακμή της εκκλησιαστικής ζωγραφικής στην Πελοπόννησο κατά τον 17ο αιώνα, εποχή γενικότερης οικονομικής ανάκαμψης στην Οθωμανική αυτοκρατορία, που επηρέασε και τους υπόδουλους Έλληνες.
Στα νεώτερα χρόνια πάντως, η πυρκαγιά του 1934 προκάλεσε ανεπανόρθωτες καταστροφές στις τοιχογραφίες του, καθώς ήταν αιτία της απώλειας των αυθεντικών χρωμάτων, έτσι ώστε το σύνολο να δίνει εικόνα μονοχρωμίας.