Σίκινος: Αρπαξαν την κατάλληλη ώρα ακριβά τάματα από εικόνα της Παναγίας. Προορίζονται άραγε για ράβδοι χρυσού; Τι ξέρει ο Άγιος Σύρου για τα αναθήματα όπως τα αποκαλεί
Σύμφωνα με τις πρώτες πληροφορίες, άγνωστοι δράστες αφαίρεσαν τάματα μεγάλης χρηματικής αξίας από την εικόνα, εκμεταλλευόμενοι τη στιγμή που ο ναός είχε αδειάσει μετά τη λειτουργία.
Κατά τη διάρκεια της ημέρας, δεκάδες πιστοί είχαν αφήσει τάματα στην εικόνα, όπως συνηθίζεται κάθε χρόνο, ωστόσο λίγη ώρα αργότερα έγινε αντιληπτό πως έλειπαν.
Αμέσως σήμανε συναγερμός, με την αστυνομία να ειδοποιείται και να ξεκινά έρευνες για τον εντοπισμό του δράστη ή των δραστών.
Ένα από τα σενάρια που εξετάζουν οι αρχές και μετέφερε ανώτατος αξιωματικός της ΕΛ.ΑΣ. είναι το ενδεχόμενο «οι επιτήδειοι να αφαίρεσαν τα τάματα και να διέφυγαν γρήγορα από το νησί με σκάφος, εκμεταλλευόμενοι το γεγονός ότι αυτή την περίοδο η Σίκινος έχει περιορισμένο αριθμό επισκεπτών και τουριστών».
Πρέπει να σημειώσουμε ότι οι αρχές πιστεύουν πως οι δράστες πληροφορήθηκαν εκ των έσω, δηλαδή από εκκλησιαστικό στέλεχος της εταιρείας προκειμένου να ήξεραν πότε θα «χτυπήσουν».
Πηγή: pelop.gr (Χρήστος Βεργανελάκης, vergan@pelop.gr)
Ποια είναι όμως η ανάγκη των ανθρώπων να χαρίζουν δώρα, να κάνουν μικρά ή μεγάλα τάματα και τι περιμένουν από αυτή την πράξη;
Ο Μητροπολίτης Σύρου – Τήνου Δωρόθεος Β’ και πρόεδρος του ΠΙΙΕΤ, μας μίλησε ανθρώπινα και ειλικρινά για τα τάματα, τα αφιερώματα, τα αναθήματα όπως τα αποκαλεί:
«Η λέξη ανάθημα, προερχόμενη από το ρήμα αναθέτω, σημαίνει αφιέρωμα στο Θεό, ενώ η συνώνυμη λέξη προέρχεται από το ρήμα τάζω, που σημαίνει υπόσχομαι. Μια βαθύτερη εννοιολογική, όμως, εξέταση των δύο λέξεων, αφ` ενός μεν δεν τις αποδεικνύει και τόσο συνώνυμες, αφ` ετέρου δε καταδεικνύει και τις διαφοροποιήσεις που επηνέχθησαν στο συμβολισμό και το σκοπό των αφιερωμάτων.
Η λέξη ανάθημα εμπεριέχει μία μονόδρομη σχέση του ανθρώπου με το Θεό. Ο άνθρωπος αφιερώνει στο Θεό ζώα, αντικείμενα, χρήματα, τον εαυτό του ή και εξαρτώμενους απ` αυτόν, κατά πρώτον ως μία εκδήλωση λατρείας, θαυμασμού, ύμνου και σεβασμού προς Αυτόν, καθώς, και είναι φυσιολογικό, πάντοτε αισθάνεται αδύναμος να λατρεύσει επαξίως κάθε τι το Υπερβατικό.
Η λέξη τάμα, όμως, υποκρύπτει μια άλλη, αμφίδρομη τώρα, σχέση ανθρώπου και Θεού, μια σχέση, που με κοσμικούς όρους θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως πελατειακή: Ο άνθρωπος διατυπώνει ένα αίτημα προς το Θεό και υπόσχεται, αν αυτό υλοποιηθεί, να Του αντιπροσφέρει ως αντάλλαγμα, ή έστω ως ευχαριστώ, κάτι που ο ίδιος ο άνθρωπος κρίνει ως σημαντικό και ευάρεστο στο Θεό».
«ΤΑΙΡΙΑΖΟΥΝ» ΟΛΑ ΤΑ ΤΑΜΑΤΑ ΣΤΟ ΘΕΟ;
Μητροπολίτης Δωρόθεος Β’: «Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις, κατά τις οποίες τα τάματα λαμβάνουν μορφές και εκφράσεις παντελώς ασύμβατες με το θείο και άλλοτε είναι τόσο υπερβολικές, ώστε θα έλεγε κανείς ότι οι τάζοντες τόσα και τέτοια τάματα, που ξεπερνούν τις δυνάμεις και τις δυνατότητές τους, κατά βάθος δεν πίστευαν στην ικανοποίηση των αιτημάτων τους, και συχνά αυτοπαγιδεύονται, ευρισκόμενοι ενώπιον δυσκόλων διλημμάτων. Αλλά τα αντικείμενα αυτά, είτε αναθήματα ή τάματα ονομάζονται, δεν παύουν να αποτελούν εκφράσεις της ανθρώπινης αδυναμίας προς τη θεία παντοδυναμία και ταυτόχρονα αποδείξεις και εκδηλώσεις θαυμαστής λατρείας.
Καθαρά ανθρώπινο, παρ` όλες τις τυχόν υπερβολές και παρεκκλίσεις του, το φαινόμενο των ταμάτων-αναθημάτων ξεκινά από τα βάθη της ιστορίας και εξικνείται έως σήμερα, θυμίζοντας και υπομιμνήσκοντας σε όλους τη μικρότητα του ανθρώπου, «της σκεπτόμενης αυτής καλάμου», κατά τον Πασκάλ».
ΠΟΣΟ ΠΑΛΙΑ ΕΙΝΑΙ ΑΥΤΗ Η ΠΡΑΞΗ
Μητροπολίτης Δωρόθεος Β’: «Ιστορικά στοιχεία αποδεικνύουν ότι η συνήθεια προσφοράς αναθημάτων, ή όπως τα λέμε σήμερα, ταμάτων στο θεό είναι αρχαιότατη. Ως πρώτη μαρτυρία και πράξη της λεγόμενης «αναθηματικής θρησκείας» αναφέρεται η περίπτωση του Σουτρούκ Ναχουντέ, βασιλιά του Ελάμ, ο οποίος το 1160 π.Χ., έκανε μια νικηφόρα εκστρατεία διασχίζοντας την Ακκάδ, τη Σιππάρ, την Εσνούννα και άλλες πόλεις της Βαβυλωνίας και όταν επέστρεψε στην πρωτεύουσά του, τα Σούσα, φέρνοντας μαζί του πλούσια λάφυρα, τα αφιέρωσε ως ένδειξη ευγνωμοσύνης στο θεό, που τον οδήγησε στη νίκη.
Η λεγόμενη «αναθηματική θρησκεία» αποβλέπει στη σωτηρία μέσα από την προσέγγιση του θείου και απαντά σε όλους τους αρχαίους πολιτισμούς, διαδραματίζοντας πολύ σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση της σχέσης μεταξύ ανθρώπων και θεών. Σε περίπτωση ανάγκης και κινδύνου, ο άνθρωπος αναζητεί τη σωτηρία μέσω μιας εκούσιας προσφοράς, την οποία καθορίζει και περιορίζει ο ίδιος. Επιζητεί να εξουσιάζει το αβέβαιο μέλλον μέσω ενός «εάν… τότε… », που ο ίδιος επιβάλλει».
ΤΑ ΤΑΜΑΤΑ ΣΤΟ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟ
Μητροπολίτης Δωρόθεος Β’: «Αν και η Εκκλησία από την αρχή στάθηκε διστακτική απέναντι στα ειδωλολατρικά έθιμα, εν τούτοις όμως μερικά απ’ αυτά διατηρήθηκαν, διότι χιλιάδες χρόνια έζησαν στη θρησκευτική συνείδηση των ανθρώπων εκείνων οι οποίοι καλούνταν να δεχτούν τη νέα θρησκεία. Είναι στη φύση του ανθρώπου να μην επιθυμεί να αφήσει αυτό που του είναι γνώριμο, αυτό στο οποίο είναι συνηθισμένος.
Κατά τους νεότερους χρόνους, η αφιερωτική πρακτική, ως μέθοδος αντιμετώπισης των δυσχερειών της ζωής, απαντά στην ελληνορθόδοξη παράδοση με πολλές μορφές, πνευματικής και υλικής προσφοράς. Τα αναθήματα είναι αντικείμενα που προορίζονται για αφιέρωση, μέσω των οποίων η ανθρώπινη επικοινωνία με το θείο αποκτά υλική υπόσταση.
Αφορμές για ανάθημα έδωσαν οι ασθένειες, ο ναυτιλιακός κίνδυνος, ο πλουτισμός, η ατεκνία, η ή ανάγκη ευτοκίας, η σωτηρία από κίνδυνο, το ταξίδι, ο πόλεμος, η αγροτική παραγωγή, η επιδίωξη γάμου κλπ. Ασημένια καραβάκια αφιερώνονταν από τους ναυτικούς και τις γυναίκες τους πριν από το μεγάλο ταξίδι, ομοιώματα μελών του σώματος για την ανακούφιση από τους πόνους και την οριστική θεραπεία, καθώς και ανθρώπινες φιγούρες, τα ονομαζόμενα «ασημόπαιδα», για την υγεία και καλή τύχη των παιδιών.
Στο πλαίσιο πεποιθήσεων που συχνά συγχέουν θρησκεία και μαγεία, η επαφή της εικόνας του θεραπευμένου πιστού με την εικόνα του αγίου αποτελεί την αέναη εγγύηση μιας μεταφυσικής προστασίας. Όχι άδικα λοιπόν τα τάματα θεωρήθηκαν από τους Πατέρες της Εκκλησίας απομεινάρια μιας πρακτικής που ακροβατεί στα όρια παγανισμού και χριστιανισμού. Ωστόσο, καμιά συνοδική ή άλλη απαγόρευση δεν στάθηκε δυνατόν να εκριζώσει από τη λαϊκή ψυχή τη ανάγκη να αναζητά με κάθε μέσο μια μεταφυσική αρωγή στη φυσική νομοτέλεια της φθοράς».
ΤΑ ΤΑΜΑΤΑ ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΟΧΑΡΗΣ
Μητροπολίτης Δωρόθεος Β’: «Άνθρωποι ανώνυμοι και επώνυμοι, πλούσιοι και πτωχοί, βασιλείς, άρχοντες και αρχόμενοι, ορθόδοξοι, ετερόδοξοι, αλλά και αλλόδοξοι, που βίωσαν τη θαυματουργική Θεομητορική αντίληψη και προστασία, έφτασαν μέχρις εδώ, τον Παρθενώνα της Χριστιανικής Ελλάδος, και κατέθεσαν στη Μάνα του Χριστού και των ανθρώπων τα ευχαριστήριά τους, με τη μορφή αναθημάτων.
Όλα, από το δαχτυλίδι του Γέρου του Μωριά, του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, τα αφιερώματα του Μιαούλη, του Κανάρη, του Νικηταρά, και του Μακρυγιάννη, το μαρμάρινο συντριβάνι του Μουσταφά Αγά, την ασημένια πορτοκαλιά του αναβλέψαντος ομογενούς της Αμερικής Γεωργίου Λαμπράκη, το ασημένιο καράβι με το χρυσό κήτος σφηνωμένο στο κύτος του, τους Βασιλικούς σταυρούς και τα περιδέραια, τα Μετάλλια των Ολυμπιονικών και τους Χρυσούς Δίσκους των Καλλιτεχνών, μέχρι τα κοσμήματα των πιστών και τα απλοϊκά, αλλά άδολης και ανυπόκριτης πίστεως εκφραστικά αναθήματα των χιλιάδων πιστών, όλα, ένα θαύμα διαλαλούν και ένα «ευχαριστώ» ψελλίζουν, άφατο και μυστικό!
Κάτω από τους φωτόλουστους θόλους του Πανίερου Ναού της Ευαγγελιστριας, με το χρυσοκίτρινο φως των αναρίθμητων κανδηλών και τις παιχνιδίζουσες μαρμαρυγές του πάνω στα ασημόχρυσα αφιερώματα των πιστών, πολλοί, πάμπολλοι ευσεβείς γονείς έφεραν και αφιέρωσαν στην Παναγία, ατίμητα και πολυτίμητα αναθήματα, τα παιδιά τους!».
ΓΙΝΟΝΤΑΙ ΘΑΥΜΑΤΑ;
Μητροπολίτης Δωρόθεος Β’: «Για τα θαύματά θα σας ομολογήσω λοιπόν ότι εγώ, δεν έχω δει θαύμα εδώ ενός τυφλού να βλέπει, ενός παράλυτου να περπατάει, ενός ασθενούς να θεραπεύεται μπροστά στα μάτια μου. Όμως έχω δει χιλιάδες ψυχές, οι οποίες έρχονται κουρασμένες, απογοητευμένες, ακόμα και σε σημείο να εγκαταλείψουν τα παρόντα βίαια. Και να αναχωρούν από την Παναγία ανάλαφροι, χαμογελαστοί, εσωτερικά αναπαυμένοι και να αποφασίζουν ότι πρέπει να βάλουν μια τελεία και να ξεκινήσουν μία καινούργια ζωή. Εσωτερικά θαύματα λοιπόν, μέσα στις ψυχές των ανθρώπων έχω να σας διηγηθώ χιλιάδες από τα 45 χρόνια της διακονίας μου, σε αυτή τη Μητρόπολη και στο ιερό βήμα της Ευαγγελιστρίας.
Άλλωστε ο ιερός Χρυσόστομος λέει, ότι ο Χριστός τελούσε θαύματα στην εποχή του, διότι οι άνθρωποι δεν γνώριζαν τι ήταν αυτά και διότι έπρεπε οπωσδήποτε να έχουν βιωματική εμπειρία του θαύματος. Στην εποχή μας δε χρειάζεται να λέμε τέτοια πράγματα, διότι έχουμε το μέγα θαύμα της πίστεως και αν δεν πιστεύουμε σε αυτό, τα υπόλοιπα παρέλκουν.
Όσον αφορά στην πανδημία, υπάρχει ένα θαύμα της Παναγίας, διότι οι γιορτές που τελέστηκαν με πολύ προσοχή όλο αυτό τον καιρό, δεν αποτέλεσαν αιτία διασποράς του κορονοϊού. Αντιθέτως, κάναμε εκκλησιαστικά μυστήρια με προσοχή και μεταλαμβάναμε των Αχράντων Μυστηρίων και προσκυνούσαμε το ιερό εικόνισμα και καμιά διασπορά της πανδημίας δεν υπήρξε. Και αυτό το λέω ως απάντηση, σε όλους αυτούς που διεύθυναν από τηλεοράσεως και δηλητηριωδών γραφίδων, ότι η εκκλησία και η θεία μετάληψη δεν είναι μεταδοτική του ιού. Η εκκλησία μέσα στην πανδημία στήριξε πνευματικά και ανακούφισε ασθενείς και συγγενείς τους».