Ο Μητροπολίτης Ιερόθεος στον Ναό της Αγίας Παρασκευής Ναυπάκτου
Τήν Β΄ Κυριακή τῶν Νηστειῶν, 12 Μαρτίου, ἑορτή τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου κ. Ἱερόθεος λειτούργησε στήν Ἁγία Παρασκευή, πού είναι κεντρικός Ναός τῆς Ναυπάκτου.
Ὁ Σεβασμιώτατος στό κήρυγμά του ἀναφέρθηκε σέ τρεῖς μεγάλους Ἁγίους καί Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας πού ἑορτάζουμε σήμερα (12 Μαρτίου). Δηλαδή, ἐκτός τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, πού ἑορτάζουμε πάντοτε τήν Β΄ Κυριακή τῶν Νηστειῶν, ἡ Ἐκκλησία ἑορτάζει καί τήν μνήμη τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Διαλόγου, Πάπα Ρώμης καί τοῦ ἁγίου Συμεών τοῦ Νέου Θεολόγου λόγῳ τῆς κοιμήσεώς του αὐτήν τήν ἡμέρα.
Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Διάλογος, Πάπας Ρώμης (540-604), γεννήθηκε στήν Ρώμη ἀπό οἰκογένεια Συγκλητικῶν. Ὀνομάστηκε Διάλογος ἀπό τό ὁμώνυμο ἔργο του "Διάλογοι".
Γιά νά ξεκουρασθῆ ἀπό τίς ποιμαντικές μέριμνες, κατέφυγε σέ ἕνα ἥσυχο μέρος καί τότε ὁ ἀγαπητός του Διάκονος Πέτρος τόν ρωτοῦσε γιά ὅσα γνώρισε στήν ζωή του στά διάφορα Μοναστήρια πού πέρασε.
Ἔτσι, μέ τήν μορφή διαλόγου παρουσιάζει τούς ἀσκητές, ἐρημίτες καί ἁγίους Πατέρες πού γνώρισε στήν Ἰταλία καί ἐκτός αὐτῆς, οἱ ὁποῖοι ἠσκοῦντο στήν ἄσκηση καί τήν προσευχή, πρίν καταστραφοῦν ἀπό τά Γερμανικά φῦλα.
Τό βιβλίο αὐτό παρουσιάζει τήν Ὀρθόδοξη ἡσυχαστική ζωή στήν παλαιά Ρώμη καί τήν Δύση καί ὁ ἴδιος ὁ ἅγιος Γρηγόριος, Πάπας Ρώμης, ἦταν ἡσυχαστής.
Ὁ ἅγιος Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος (949-1022) ἔζησε στήν Κωνσταντινούπολη, ἦταν ὑποτακτικός τοῦ ἁγίου Συμεών τοῦ Εὐλαβοῦς, τοῦ Στουδίτου• ἔγινε μοναχός καί ἡγούμενος στήν Μονή τοῦ ὁσίου Μάμαντος.
Ἀρχίζοντας ἀπό τήν μελέτη τῶν βιβλίων τοῦ ὁσίου Μάρκου τοῦ Ἀσκητοῦ καί τοῦ ἁγίου Διαδόχου τοῦ Φωτικῆς πού τοῦ συνέστησε ὁ Γέροντάς του καί μέ τήν ἄσκηση ἔφθασε σέ μεγάλα ὕψη θεοπτικῆς ἐμπειρίας, τήν ὁποία ἐξέφρασε στίς ὁμιλίες του, στίς Κατηχήσεις του καί στά ποιήματά του μέ τίτλο «Θείων Ἐρώτων Ὕμνοι».
Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς (1296-1359) ἔζησε στήν Κωνσταντινούπολη, τό Ἅγιον Ὄρος καί τήν Θεσσαλονίκη. Ἀποδείχθηκε μεγάλος ἡσυχαστής, θεόπτης καί Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας πού ἀντιμετώπισε τόν σχολαστικισμό καί ἐξέφρασε τήν διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας.
Καί οἱ τρεῖς αὐτοί Ἅγιοι ἔδειξαν ὅτι ἡ πραγματική θεολογία συνδέεται μέ τήν Ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ στούς θεουμένους, ὅτι γιά νά γίνη κανείς θεολόγος πρέπει νά ἀκολουθήση τόν Ὀρθόδοξο ἡσυχασμό καί ὅτι αὐτή ἡ παράδοση, πλήν ἐξαιρέσεων, ἦταν ἡ κοινή παράδοση τῆς Ἐκκλησίας σέ Ἀνατολή καί Δύση κατά τήν πρώτη χιλιετία.
Μάλιστα, εἶπε ὅτι σέ Συνέδριο στό ὁποῖο συμμετεῖχε στήν Βενετία, ὅταν ἐρωτήθηκε ἀπό Ρωμαιοκαθολικό καθηγητή γιά τόν διάλογο μεταξύ τῶν Ἐκκλησιῶν, ἀπάντησε ὅτι θά ἦταν ἀποδοτικός αὐτός ὁ διάλογος, ἄν γινόταν στήν βάση τῶν τριῶν αὐτῶν Πατέρων τῆς Ἀνατολῆς καί Δύσεως, δηλαδή τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Διαλόγου, Πάπα Ρώμης, τοῦ ἁγίου Συμεών τοῦ Νέου Θεολόγου καί τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, πού ἐκφράζουν τήν Ὀρθόδοξη θεολογία σέ Ἀνατολή καί Δύση.
Κατέληξε ὅτι πρέπει νά παραμείνουμε πιστοί στήν Ὀρθόδοξη θεολογία καί τόν Ὀρθόδοξο ἡσυχασμό, ὡς τήν πραγματική προϋπόθεσή της, ἀρνούμενοι ὅλες τίς ἑτεροδοξίες ἀπό ὅπου καί ἄν προέρχονται.
Κατά τήν ἀπόλυση ὁ Σεβασμιώτατος ἀναφέρθηκε στόν τραγικό θάνατο ἑνός εἰκοσαετοῦς νέου, φοιτητοῦ καί ἐργαζόμενου, τοῦ ὁποίου ἐτελεῖτο τό μνημόσυνο, καί ὁ ὁποῖος σκοτώθηκε ἐπιστρέφοντας ἀπό τήν ἐργασία του στό σπίτι.
Ἐπίσης, ἀναφέρθηκε καί στούς θανάτους στά Τέμπη, ἀλλά καί σέ πολλούς καθημερινούς θανάτους νέων ἀνθρώπων, ἀπό διάφορα αἴτια, στούς δρόμους καί στά Νοσοκομεῖα καί ζήτησε νά προσευχόμαστε γιά ὅλους αὐτούς.
Στήν Λειτουργία συμμετεῖχε μεγάλο πλῆθος πιστῶν.