Ροή Ειδήσεων

ΦΩΣ ΣΤΟ ΠΑΡΑΣΚΗΝΙΟ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΣΚΕΥΩΡΙΑΣ. Η ενεργός ανάμιξη του Ιερώνυμου Α΄ στη συνωμοσία των τριών Κυπρίων μητροπολιτών να καθαιρέσουν τον Μακάριο. (α΄ μέρος)

 

Η εκτέλεση του σχεδίου της χούντας, των τριών Κυπρίων μητροπολιτών και των συνεργατών τους ολοκληρώθηκε στις 7 Μαρτίου 1973, στη Λεμεσό.

Εκεί συνεδρίασαν οι τρεις, συνωμότες μητροπολίτες, ό Πάφου Γεννάδιος, ο  Κιτίου Άνθιμος και ο Κυρηνείας Κυπριανός και «απεφάσισαν την καθαίρεσιν του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ' από του επισκοπικού και κληρικού αξιώματος και την επαναφοράν τούτου εις την τάξιν των λαϊκών και έταξαν αυτώ προθεσμίαν τριάκοντα ημερών, μετ’ αναστολής της ποινής, προς έφεσιν».                                    

Οι τρείς μητροπολίτες, για να δείξουν στον κόσμο πόσο κανονική και άψογη ήταν η απόφαση τους για την καθαίρεση του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου, έσπευσαν  να συντάξουν και έγγραφη ανακοίνωση, που την παρουσίασαν ως  «ανακοινωθέν της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Κύπρου» και στην οποία ανέγραψαν τα εξής: 

«Η Ιερά Σύνοδος απορρίψασα ως αβάσιμον τον ισχυρισμόν του Μακαριωτάτου τον περιεχόμενον εν τη από 6ης Μαρτίου του 1973 επιστολή αυτού περί αναρμοδιότητος αυτής προς επιδίκασιν της κατ’ αυτού κατηγορίας, εχώρηοεν εις ακρόασιν της υποθέσεως, ακούσασα δε μαρτύρων και διεξελθούσα τα συναφή προς αυτήν έγγραφα, εύρε τον Μακαριώτατον ένοχον επί της κατηγορίας. 

Ακολουθήστε μας στο Facebook 

Η Ιερά Σύνοδος κηδομένη του κύρους της Εκκλησίας, ήτις, περιήλθεν εν πολλοίς είς αναρχίαν και χειμασμόν εκ του εκκλησιαστικού παραπτώματος του Αρχιεπισκόπου, επί πλείστων δε ήδη μακροθυμήσασα, κατ’ επιταγήν των ιερών κανόνων προέβη, εν θλίψει πολλή, εις καθαίρεσιν του Αρχιεπίσκοπου Κύπρου Μακαρίου του Γ’ από του επισκοπικού και κληρικού αξιώματος και επαναφοράν τούτου εις την τάξιν των λαϊκών»!!! 

Η είδηση για την καθαίρεση του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου δεν συγκλόνισε μόνο την Κύπρο, αλλά συντάραξε και ολόκληρο τον ορθόδοξο κόσμο.

Διάχυτη, βέβαια, ήταν η εντύπωση, ότι κάτω από την εκκλησιαστική ποινή σε βάρος του Μακαρίου κρύβονταν λόγοι και στόχοι πολιτικοί. Ωστόσο, το ποίμνιο δεν ήξερε τότε το αισχρό παιχνίδι, που έπαιζε σε βάρος της Κύπρου η χούντα της Αθήνας και οι σύμμαχοι της και δεν ήταν δυνατόν να συνειδητοποιήσει ότι θα βρίσκονταν Κύπριοι -και μάλιστα Κύπριοι κληρικοί-  πού θα δέχονταν να συνωμοτήσουν με τη χούντα για να εξοντώσουν τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο.

Μόλις μαθεύτηκε στην Κύπρο η απόφαση των τριών για την  «καθαίρεση» του Αρχιεπισκόπου ξεσηκώθηκε ο λαός και ξέσπασε σέ έντονες αποδοκιμασίες κατά των «δικαστών» μητροπολιτών.

Εξάλλου, την έντονη αποδοκιμασία τους για την «καθαίρεση» του Μακαρίου από τους τρεις και την ολόψυχη συμπαράσταση τους προς τον «καθαιρεθέντα» Προκαθήμενο της Εκκλησίας της Κύπρου εξεδήλωσαν αμέσως με δηλώσεις και τηλεγραφήματα οι αρχηγοί όλων των Ορθοδόξων Πατριαρχείων και Εκκλησιών.

Κι όλοι αυτοί οι ανώτατοι κληρικοί -Πατριάρχες και Αρχιεπίσκοποι- κατάγγειλαν και καταδίκασαν έντονα και απερίφραστα την απόφαση των τριών Κυπρίων μητροπολιτών για, την «καθαίρεση» του Αρχιεπισκόπου Κύπρου και τόνισαν, ότι αυτή είναι άκυρη και αντικανονική. 

Ωστόσο, οι αρχηγοί όλων των Ορθοδόξων Εκκλησιών δεν καταδίκασαν μόνο τους δικαστές, και κριτές του Μακαρίου, δηλαδή τον Γεννάδιο, τον Άνθιμο και τον Κυπριανό, αλλά με τις έγγραφες δηλώσεις τους, τις τόσο επίσημες και υπεύθυνες, καταδίκασαν, ανέτρεψαν και κονιορτοποίησαν τη γνωμάτευση του κ. Κ. Μουρατίδη, καθηγητή του Πανεπιστήμιου και καθοδηγητή των τριών, πάνω στην οποία στηρίχθηκαν αυτοί οι τρεις, για να βγάλουν την «απόφαση» τους για την «καθαίρεση» του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου.

Οι Ορθόδοξες Εκκλησίες στο πλευρό του Μακαρίου

Η αμέριστη υποστήριξη του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου και η απερίφραστη καταδίκη των τριών Κυπρίων μητροπολιτών αποδεικνύονται απο τις δηλώσεις και τα έγγραφα, που απέστειλαν στόν Μακάριο όλοι οι αρχηγοί των Ορθοδόξων Πατριαρχείων και Εκκλησιών.

Συγκεκριμένα ο Οικουμενικός Πατριάρχης Δημήτριος Α' δήλωσε στίς 20 Μαρτίου 1973, ύστερα από σχετική ερώτηση του τουρκικού πρακτορείου «Ανατολή».

 «Εκ του Τύπου επληροφορήθημεν, ότι εσημειώθη μια εκκλησιαστική ανωμαλία εν Κύπρω. Δέν έχομεν εισέτι επισήμους πληροφορίας, ώστε να σχηματίσωμεν ορθήν εικόνα των πραγμάτων. Το Πατριαρχείον μας εδώ πάντοτε μόνον κατόπιν επισήμων πληροφοριών εκφέρει την γνώμην του.

Εξάλλου, γνωρίζετε, πώς το διοικητικό σύστημα εις την Ορθόδοξον ανά τον κόσμον Εκκλησίαν είναι σύστημα ομοσπονδιακόν, δηλαδή κάθε τοπική Εκκλησία είναι ανεξάρτητος ως πρός τα εσωτερικά της Εκκλησίας της Κύπρου, διότι είναι Εκκλησία αυτοκέφαλος.

Όμως δυνάμεθα να σας είπω μεν ποία είναι κατά τούς Ιερούς Κανόνας της εν γένει Ορθοδόξου Εκκλησίας η διαδικασία δια την καθαίρεσιν ενός όχι απλώς Αρχηγού Εκκλησίας αλλά και ενός Μητροπολίτου ή και ενός επισκόπου. Χρειάζεται μια Σύνοδος, αποτελουμένη εκ 12 τουλάχιστον μητροπολιτών, δια να δικάσει έναν αρχιερέα. Αυτό δεν ετηρήθη εις την υπόψιν περίπτωσιν».

• Ο Πατριάρχης Αλεξανδρείας Νικόλαος Στ΄ ,την 9ην Μαρτίου 1973, δήλωσε:

«Η απόφασις περί καθαιρέσεως του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Κύπρου Μακαρίου Γ' υπό των τριών μητροπολιτών είναι αντικανονική και άκυρος, διότι αντίκειται ευθέως προς τον IB' Κανόνα της εν Καρθαγένη Συνόδου και τους συναφείς ΙΔ’ και ΙΕ' της εν Αντιοχεία Συνόδου, μνημονευομένους και εις το 30όν άρθρον της Πατριαρχικής εν Συνόδω Διατάξεως περί Συνοδικού Θεσμού του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας.

Κατά σύμπτωσιν, αυθεντικήν ερμηνείαν του Κανόνος της έν Καρθαγένη, Συνόδου -κυρωθείσης υπό του Β' Κανόνος της Πενθέκτης- παρέχει περιστατικόν της Εκκλησίας της Κύπρου του IB' αιώνος. Τότε ο Κύπρου Ιωάννης καθήρεσε τον Αμαθούντος Ιωάννην με ένδεκα επισκόπους. Η απόφασις, εκηρύχθη, ύπο του Οικουμενικού Πατριάρχου Λουκά του Χρυσοβέργη και της Πατριαρχικής Συνόδου, παρούσης και της Συγκλήτου, άκυρος, διότι έπρεπε ο Προέδρος του Δικαστηρίου να είναι επέκεινα των δώδεκα».

• Ο Πατριάρχης Αντιοχείας Ηλίας Δ' απέστειλε, στις 11 Μαρτίου 1973, στον Αρχιεπίσκοπο Κύπρου το ακόλουθο τηλεγράφημα:

«Εκκλησία Αντιοχείας θεωρεί καθαίρεσιν Υμετέρας Μακαριότητος υπό τριών μητροπολιτών άκυρον και αντικανονικήν».

• Ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων Βενέδικτος στο τηλεγράφημα, πού απέστειλε στις 9 Μαρτίου 1973 στον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο, υπογραμμίζει τα εξής: 

«Κατώδυνοι επληροφορήθημεν, ανίερον απόφασιν παρασυναγωγής επισκόπων κατά σεπτού προσώπου Υμετέρας περισπουδάστου Θεοτιμήτου Μακαριότητος, υπέρ Ής εκφράζομεν αμέριστον συμπαράστασιν, αδελφικήν συμπάθειαν. 

Αποδοκιμάζομεν ενεργείας επισκόπων, αποσκοπούντων διάσπασιν ενότητος Εκκλησίας, τραυματιζόντων ταύτην σοβαρώς, σκανδαλιζόντων συνείδησιν ευσεβούς πληρώματος. 

Απόφασις παρασυναγωγής επισκόπων, δυναμένη αποτελέσας κακόν προηγούμενον μετά επιπτώσεων ολέθριων καθόλου Ορθοδόξω Εκκλησία, ανυπόστατος, αντικανονική και αβάσιμος έστι, συνεπώς άκυρος έστιν, άνευ ερείσματος Ιερών Κανόνων».

• Άκυρη, ανυπόστατη, ανίερη και αντικανονική θεωρούν την απόφαση των τριών Κυπρίων μητροπολιτών για την καθαίρεση του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου ο Πατριάρχης Ρωσίας Ποιμήν Α' (τηλεγράφημα 13 Μαρτίου 1973), ο Πατριάρχης Βουλγαρίας Μάξιμος, Α' (τηλεγράφημα 15 Μαρτίου 1973), ο μητροπολίτης Βαρσοβίας Βασίλειος (τηλεγράφημα 14 Μαρτίου 1973), ο Πατριάρχης Δαβίδ Ε' (τηλεγράφημά 16 Μαρτίου 1973), ο μητροπολίτης Πράγας Δωρόθεος Α' (τηλεγράφημα 14 Μαρτίου 1973) και ο ’Αρχιεπίσκοπος Σιναίου Γρηγόριος Β' (τηλεγράφημα 10 Μαρτίου 1973) και όλοι τους εκφράζουν την αμέριστη υποστήριξη τους, την βαθειά τους αγάπη και εκτίμηση στον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο. 

Η μοναδική εξαίρεση

Την μοναδική εξαίρεση από την άμεση αντίδραση και έντονη κατακραυγή, πού ξέσπασε εναντίον των τριών Κυπρίων μητροπολιτών και την αμετάκλητη καταδίκη τους από τους αρχηγούς όλων των Ορθοδόξων Πατριαρχείων και Εκκλησιών, γιατί, στην επιδίωξη τους να καταρρακώσουν τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο, καταρράκωσαν οι ίδιοι τους Ιερούς Κανόνες, απετέλεσε η Εκκλησία της Ελλάδος.

Αλλά η θλιβερή αυτή εξαίρεση ήταν απόλυτα δικαιολογημένη, αφού ο Προκαθήμενός της, ο χουντικός αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος Κοτσώνης έπαιζε πρωτεύοντα ρόλο στη συνωμοσία του τυραννικού καθεστώτος της 21ης Απριλίου με τους τρεις Κυπρίους μητροπολίτες για την ανατροπή του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου.

Έτσι, ενώ όλα τα Ορθόδοξα Πατριαρχεία και οι Ορθόδοξες Εκκλησίες έσπευσαν και όχι μόνο κατεδίκασαν την ανίερη απόφαση των τριών Κυπρίων μητροπολιτών, αλλά εξέφρασαν την αμέριστη υποστήριξή τους προς τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο, ήρθε η Εκκλησία της Ελλάδος —στις 20 Μαρτίου 1973— και έβγαλε μία ανακοίνωση, στην οποία, αφού αποφεύγει να διατυπώσει την ελάχιστη κατηγορία στους τρεις Κυπρίους μητροπολίτες για την κατάφωρη παραβίαση των Ιερών κανόνων στην επιδίωξη τους να καθαιρέσουν τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο, περιορίζεται να σημειώσει ότι μόνο δικονομικής φύσεως παραβιάσεις έγιναν στην εκδίκαση. 

Το κείμενο της ανακοινώσεως είναι το ακόλουθο: 

«Η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος, σεβομένη τα κυριαρχικά δικαιώματα της αδελφής Αυτοκεφάλου Εκκλησίας της Κύπρου, απεφάνθη ομοφώνως, ότι δεν δύναται να επιληφθή της ουσίας του θέματος της υπό του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Κύπρου ασκήσεως κοσμικής εξουσίας και κρίνη επ’ αυτής, ως κανονικώς αναρμόδια. Θα συνέχιση, όμως, τας κανονικάς σχέσεις μετά του Αρχιεπισκόπου και μετά την ληφθείσαν απόφασιν των τριών μητροπολιτών, θεωρούσα την διαδικασίαν της εκδικάσεως ως μη ερειδομένην επί των Ιερών κανόνων και θα τεθη είς την διάθεσιν της Κυπριακής Εκκλησίας, εάν κληθεί, προκειμένου να προσφέρει τας καλάς της υπηρεσίας προς επίλυσιν του ζητήματος».

Στην Αθήνα

Τα συντριπτικά πλήγματα πού δέχτηκαν οι τρείς μητροπολίτες για την «απόφαση» τους να καθαιρέσουν τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο, τους προκάλεσαν φόβο και τρόμο. Γι' αυτό πήγαν στην Αθήνα, για να συζητήσουν τα προβλήματα τους με τους συνεργάτες τους και τους καθοδηγητές τους και να πάρουν νέες διαταγές και οδηγίες.

Βέβαια, όλοι τους -μητροπολίτες, αυθέντες και καθοδηγητές-  τηρούσαν τα προσχήματα. Αυτό επιβάλλουν απαράβατες αρχές της συνωμοσίας.

Στις 21 Μαρτίου 1973 ο Γεννάδιος και ο Άνθιμος δήλωσαν στην Αθήνα, ότι δεν ήρθαν (εδώ) για να εκλιπαρήσουν το έλεος της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου. «Ήλθομεν δια να συζητήσωμεν μετά του Προκαθημένου αυτής, Μακαριωτάτου κ. Ιερωνύμου, κατόπιν των ατυχών δηλώσεων αυτού ως προς το θέμα της καθαιρέσεως του Αρχιεπισκόπου Κύπρου κ. Μακαρίου Γ' υπό της Ιεράς Συνόδου της Αυτοκεφάλου Εκκλησίας της Κύπρου, αί οποίαι υπήρξαν άστοχοι και άκρως αντικανονικαί. Εκφράζομεν την βαθυτάτην οδύνην μας, διότι ο Προκαθήμενος της Ελληνικής Εκκλησίας, καθηγητής ών του Κανονικού Δικαίου, εστήριξε την θέσιν του, ως ο ίδιος εδήλωσε προς ημάς, είς λόγους πολιτικής σκοπιμότητος και ουχί είς την διδασκαλίαν της Αγίας Γραφής και τας διατάξεις των Ιερών κανόνων της Ορθοδόξου Ανατολικής Εκκλησίας».

Το βράδυ της ίδιας ημέρας -21 Μαρτίου 1973- ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος απάντησε στους δύο μητροπολίτες και τόνισε ότι λυπάται για τίς δηλώσεις τους. «Ευτυχώς όμως, δι’ αυτούς, ότι είναι δυνατόν να τας εξηγήσει κανείς και ως αποτέλεσμα της πλήρους συγχύσεως είς την οποίαν έχουν περιέλθει κατόπιν του γεγονότος, ότι ουδεμία εκ των Ορθοδόξων Εκκλησιών επεδοκίμασεν ως σύμφωνα προς τους Ιερούς Κανόνας τα εν Κύπρω τελευταίως υπ’ αυτών γενόμενα».

πηγή ΤΟ ΒΗΜΑ, 18 Ιουλίου 1978